Μεσόνια—

Μεσόνια—
Η ανακάλυψη του νετρονίου επέτρεψε να δοθεί μια πιο ικανοποιητική εικόνα του πυρήνα του ατόμου, στηρίζοντας την υπόθεση ότι αποτελείται από πρωτόνια και νετρόνια. Έμενε να διευκρινιστεί το πρόβλημα, το οποίο δεν έχει ακόμα τελείως λυθεί, των δυνάμεων που συγκρατούν ενωμένα τα σ. τα οποία αποτελούν τους πυρήνες. Για να αιτιολογήσει αυτές τις λίαν ισχυρές δυνάμεις, το 1935 ο Χιντέκι Γιουκάβα* υπόθεσε ότι αυτές θα μπορούσαν να ερμηνευθούν με την παραδοχή ότι ο δεσμός μεταξύ πρωτονίων και νετρονίων θα οφειλόταν στην εκπομπή και στην απορρόφηση σ. με μάζα 200 φορές περίπου μεγαλύτερη της μάζας του ηλεκτρόνιου. Στα επόμενα χρόνια, μελετώντας την κοσμική ακτινοβολία (*κοσμικές ακτίνες), ο Άντερσον και ο Νίντερμεγερ διέκριναν σ. με μάζα ενδιάμεση μεταξύ εκείνης του ηλεκτρόνιου και εκείνης του πρωτονίου στα οποία δόθηκε το όνομα μεσόνιο*. Διαδοχικές έρευνες, και ιδιαίτερα ένα σημαντικό πείραμα επί της αλληλεπίδρασης μεταξύ μεσόνιων των κοσμικών ακτίνων και ατομικών πυρήνων που πραγματοποίησαν οι Μαρτσέλο Κονβέρσι, Έτορε Παντσίνι και Ορέστε Πιτσόνι, επέτρεψαν να συμπεράνουμε ότι τα παρατηρηθέντα μεσόνια στην κοσμική ακτινοβολία δεν μπορούσαν να ταυτιστούν με το μεσόνιο που υπόθεσε ο Γιουκάβα, επειδή αυτά δεν απορροφώνται πρακτικά από τους πυρήνες. Οι Πάουελ*, Οκιαλίνι και Λαίητς υπήρξαν ακριβώς εκείνοι που κατόρθωσαν να ξεχωρίσουν - με τη χρήση ειδικών φωτογραφικών γαλακτωμάτων - ένα νέο τύπο μεσόνιου, οι ιδιότητες του οποίου συνέπιπταν αισθητά με εκείνες που είχε προβλέψει ο Γιουκάβα. Πραγματικά, το σ. αυτό εκπέμπει με ευκολία κατά τις κρούσεις υψηλής ενέργειας των πρωτογενών πρωτονίων των κοσμικών ακτίνων και των ατομικών πυρήνων και, αμοιβαία, απορροφάται από πυρήνες διασπάζοντάς τους. Οι ιδιότητες αυτές απόδειχναν την ύπαρξη μιας ισχυρής αλληλεπίδρασης μεταξύ αυτών των σ. και των νουκλεόνιων. Το μεσόνιο αυτό ονομάστηκε π (και κατόπιν πιόνιο), ενώ το μεσόνιο του πειράματος των Κονβέρσι, Παντσίνι και Πιτσόνι ονομάστηκε μεσόνιο μ (ή μιόνιο). Η μελέτη του μεσονίου π απόδειξε ότι αυτό μετατρέπεται σ’ ένα μεσόνιο μ και σ’ ένα νετρίνο· με τη σειρά του το μεσόνιο μ μετατρέπεται σ’ ένα ηλεκτρόνιο, ένα νετρίνο και ένα αντινετρίνο. Το γεγονός ότι το μεσόνιο μ έδωσε αφορμή μόνο σε ασθενείς αλληλεπιδράσεις, έγινε αιτία να ταξινομηθεί, κατά τα τελευταία χρόνια, μεταξύ των λεπτονίων. Άλλα μεσόνια ανακαλύφτηκαν στη συνέχεια. Κοινό χαρακτηριστικό όλων των μεσονίων είναι η αστάθεια και η παρακμή τους, κατά διαδοχικά στάδια, ή σε ηλεκτρόνια και νετρίνα, ή, στην περίπτωση μεσονίων που είναι ηλεκτρικά ουδέτερα, σε κβάντα ακτινοβολίας γ.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • μεσόνια — Θεμελιώδη ασταθή σωμάτια, αποτελούμενα από μάζα ενδιάμεση μεταξύ ηλεκτρονίων (που ονομάζονται γενικά λεπτόνια ή ελαφρά σωμάτια) και πρωτονίων (βαριόνια ή βαρέα σωμάτια). Πριν από λίγα χρόνια ήταν γνωστοί δύο τύποι μ.: το π (ή πιόνιο) και το κ (ή… …   Dictionary of Greek

  • καόνια ή Κ-μεσόνια — Στοιχειώδη σωματίδια που είναι 965 φορές πιο βαριά από το ηλεκτρόνιο. Ανήκουν στα μεσόνια, γιατί η μάζα τους βρίσκεται ενδιάμεσα από τη μάζα του ηλεκτρονίου και του πρωτονίου, που είναι 1.836 φορές πιο βαρύ από το ηλεκτρόνιο. Τα κ. ονομάζονται… …   Dictionary of Greek

  • κοσμικές ακτίνες — Σωματιδιακή ακτινοβολία που προέρχεται από τους κοσμικούς χώρους και καταλήγει σταθερά πάνω στην επιφάνεια της Γης. Τα ατομικά ή υποατομικά σωματίδια που αποτελούν τις κ.α. διαθέτουν πολύ υψηλές ενέργειες. Ενδεικτικό είναι ότι τα πρωτόνια,… …   Dictionary of Greek

  • ραδιενέργεια — Ιδιότητα ορισμένων στοιχείων να αποσυνθέτουν αυτόματα (φυσική ρ.) ή τεχνητά (τεχνητή ρ.) τους ατομικούς πυρήνες, με εκπομπή σωματιδιακών ακτινοβολιών (α και β) και ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας (γ). Οι πρώτες μελέτες επί της φυσικής ρ. ανάγονται …   Dictionary of Greek

  • αδρόνια — Ομάδα στοιχειωδών σωματίων που αντιλαμβάνονται τις ισχυρές πυρηνικές δυνάμεις και συμμετέχουν στις έντονες αλληλεπιδράσεις. Όλα τα στοιχειώδη σωμάτια, εκτός από τα λεπτόνια και το φωτόνιο, είναι α. Υπάρχουν δύο κατηγορίες α., τα μεσόνια, δηλαδή… …   Dictionary of Greek

  • αλληλεπίδραση — Αμοιβαία δράση η οποία ασκείται μεταξύ σωμάτων που έχουν κοινά χαρακτηριστικά. Από μακροσκοπική άποψη τέτοιες δράσεις εμφανίζονται με μορφή δυνάμεων που ασκούνται με ομογενή φυσικά χαρακτηριστικά (μάζες, φορτία). Σε ατομική κλίμακα συμβαίνουν α.… …   Dictionary of Greek

  • βαρόμετρο — Όργανο για τη μέτρηση της ατμοσφαιρικής πίεσης. Το πρώτο β. το επινόησε ο Ιταλός Τοριτσέλι, στην προσπάθειά του να εξηγήσει γιατί οι αναρροφητικές αντλίες δεν μπορούν να ανεβάσουν το νερό πάνω από ένα ορισμένο ύψος. Το υδραργυρικό β. του… …   Dictionary of Greek

  • δακτύλιος — Το δακτυλίδι (βλ. λ.)· οτιδήποτε έχει το σχήμα δακτυλιδιού. Υπό μία πιο μεταφορική σημασία, δ. ονομάζεται και μία περιμετρική ζώνη, όπως για παράδειγμα ο αποκαλούμενος δ. της Αθήνας, δηλαδή η ζώνη επιτρεπόμενης κυκλοφορίας των οχημάτων στο κέντρο …   Dictionary of Greek

  • μεσόνιο — το φυσ. συν. στον πληθ. τα μεσόνια ονομασία υποατομικών σωματιδίων που αποτελούνται από άρτιο αριθμό κουάρκ και αντικουάρκ, χαρακτηρίζονται από μηδενικό βαρυονικό αριθμό, από ακέραιο σπιν και από μέσες μάζες, δηλ. από μάζες που είναι ενδιάμεσες… …   Dictionary of Greek

  • πυρήνας — Δομικό συστατικό, που σε κάθε κύτταρο, ζωικό ή φυτικό, διαδραματίζει βασικό ρόλο στη σύνθεση των ειδικών πρωτεϊνών και στις διεργασίες αναπαραγωγής. Συνήθως πρόκειται για ένα σφαιρικό στοιχείο που, οροθετούμενο από μια δική του μεμβράνη,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”